Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος → Concinnat luctus suspicacem et miseria → Leichtgläubig ist ein Mann im Unglück und im Leid
ομικρό μεταλλικό εργαλείο για το κόψιμο τών νυχιών.[ΕΤΥΜΟΛ. < νύχι + -κόπτης (< κόπτω), πρβλ. χαρτοκόπτης].