ξαναζωντανεύω

From LSJ

πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται → every knowledge, when separated from justice and the other virtues, ought to be called cunning rather than wisdom | every form of knowledge when sundered from justice and the rest of virtue is seen to be plain roguery rather than wisdom

Source

Greek Monolingual

1. επαναφέρω κάποιον ή κάτι στη ζωή
2. ξαναφέρνω στον νου, ξαναθυμάμαι
3. αποκτώ πάλι τη ζωτικότητά μου, γίνομαι πάλι ζωηρός.