ξηρολουσία

From LSJ

Ῥοπή ‘στιν ἡμῶνβίος, ὥσπερζυγός → Paulo momento, ut trutina, vita impellitur → Wie eine Waage hält das Leben Gleichgewicht

Menander, Monostichoi, 465
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξηρολουσία Medium diacritics: ξηρολουσία Low diacritics: ξηρολουσία Capitals: ΞΗΡΟΛΟΥΣΙΑ
Transliteration A: xērolousía Transliteration B: xērolousia Transliteration C: ksirolousia Beta Code: chrolousi/a

English (LSJ)

ἡ, taking a dry bath, i.e. in hot sand, Cass.Fel.76.

Greek Monolingual

ξηρολουσία, ἡ (Α)
λουτρό σε θερμή άμμο, αμμόλουτρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξηρός + -λουσία < λούω), πρβλ. θερμολουσία].