ἑωλοκρασίαν τινά μου τῆς πονηρίας κατασκεδάσας → having discharged the stale dregs of his rascality over me
ξύνοισις: εως ἡ предполож. состав (τοῦ παίωνος Plut. - v. l. ξύνθεσις).