οδοντίατρος

From LSJ

Νὺξ μὲν ἀναπαύει, ἡμέρα δ' ἔργον ποιεῖ → Nam nox quietem praebet, facit opus dies → Die Nacht lässt unsre Arbeit ruhn, der Tag sie tun

Menander, Monostichoi, 385

Greek Monolingual

και οδοντογιατρός και οδοντοϊατρός, ο
γιατρός ειδικευμένος στη θεραπεία και την υγιεινή τών δοντιών.