πάρθεσαν

From LSJ

μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs

Source

French (Bailly abrégé)

3ᵉ pl. ao.2 act épq. de παρατίθημι.

English (Autenrieth)

see παρατίθημι.

Greek Monotonic

πάρθεσαν: Επικ. αντί παρέθεσαν, γʹ πληθ. αορ. βʹ του παρατίθημι.

Russian (Dvoretsky)

πάρθεσαν: эп. 3 л. pl. aor. 2 к παρατίθημι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πάρθεσαν indic. aor. act. 3 plur. van παρατίθημι.