παναθέσμιος
From LSJ
ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία → root of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money
English (LSJ)
παναθέσμιον, utterly lawless, cj. for πανάθεσμος in Man. 4.56.
German (Pape)
[Seite 456] = Folgdm, Maneth. 4, 156, ἀλλοτρίών λεχέων.
Greek Monolingual
παναθέσμιος, -ον (Α)
πανάθεσμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + ἄθεσμος + κατάλ. -ιος].