παραμεθόριος

From LSJ

πατρὶς γάρ ἐστι πᾶσ' ἵν' ἂν πράττῃ τις εὖ → homeland is where life is good | homeland is where it is good | ubi bene, ibi patria

Source

Greek Monolingual

-α, -ο
αυτός που βρίσκεται κοντά στα σύνορα, συνοριακός, μεθοριακός («παραμεθόριες περιοχές»).
επίρρ...
παραμεθόρια
κοντά στα σύνορα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + μεθόριος. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Εφημερίς].