παραμυθάς

From LSJ

σὺν Ἀθηνᾷ καὶ σὺ χεῖρα κινεῖ → God helps those who help themselves, God helps them that help themselves, heaven helps those who help themselves, the Lord helps those who help themselves, move your hand along with Athena, move your hand along with Minerva, fortune favors the prepared mind, fortune favours the prepared mind, chance favors the prepared mind, chance favours the prepared mind

Source

Greek Monolingual

ο, θηλ. παραμυθού
1. άτομο προικισμένο με την ικανότητα να αφηγείται παραμύθια με ωραίο τρόπο
2. αυτός που έχει ως επάγγελμα τη συγγραφή και τη διήγηση παραμυθιών, μυθογράφος
3. αυτός που συνηθίζει να διηγείται φανταστικές και ψεύτικες ιστορίες σαν να είναι αληθινές, ψευδολόγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παραμύθι + κατάλ. -άς / -ού (πρβλ. λογ-άς / λογ-ού)].