παρατρύζω

From LSJ

Φίλον βέβαιον ἐν κακοῖσι μὴ φοβοῦ → Fidelem amicum ne time in rebus malis → Hab in der Not nicht Angst vor einem treuen Freund

Menander, Monostichoi, 533
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρατρύζω Medium diacritics: παρατρύζω Low diacritics: παρατρύζω Capitals: ΠΑΡΑΤΡΥΖΩ
Transliteration A: paratrýzō Transliteration B: paratryzō Transliteration C: paratryzo Beta Code: paratru/zw

English (LSJ)

coo beside or near, Hsch., Phot.

German (Pape)

[Seite 504] (s. τρύζω), daneben, dabei zwitschern, VLL., die παραφωνέω erkl.

Greek (Liddell-Scott)

παρατρύζω: «παρατρύζει· παραφωνεῖ. Γογγύζει» Ἡσύχ.· «εἴληπται δὲ ἀπὸ τῶν ὀρνέων ὅτ’ ἂν τοῖς οἰκείοις νεοττοῖς γοερὰ ἐπιφωνοῦσιν» Φώτ.

Greek Monolingual

Α
1. (κατά τον Ησύχ.) «παραφωνῶ, γογγύζω»>, τσιρίζω γοερά
2. (κατά τον Φώτ.) «εἴληπται δὲ ἀπό τῶν ὀρνέων ὅτ' ἄν τοῖς οἰκείοις νεοττοῖς γοερὰ ἐπιφωνοῦσιν».
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + τρύζω «μουρμουρίζω»].