τῆς αἰδοῦς ὀλίγην ποιήσασθαι φειδώ → to have little consideration for self-respect
1. παστός (ΙΙ)τοποθετώ και διατηρώ σε αλάτι ή στην άλμη, κάνω κάτι παστό2. φρ. «παστώνω στο ξύλο» — δέρνω ανηλεώς.