πατροδίδακτος

From LSJ

καὶ νῦν ἀτεχνῶς ἐθέλω παρέχειν ὅ τι βούλει σοι, πλὴν κωλακρέτου γάλα πίνειν → and now I want to provide you with absolutely anything you want, except paymaster's milk to drink

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πατροδίδακτος Medium diacritics: πατροδίδακτος Low diacritics: πατροδίδακτος Capitals: ΠΑΤΡΟΔΙΔΑΚΤΟΣ
Transliteration A: patrodídaktos Transliteration B: patrodidaktos Transliteration C: patrodidaktos Beta Code: patrodi/daktos

English (LSJ)

[ῐ], ον, taught by a father, Sch.ad Tz.H.7.959 in An. Ox.3.370.

German (Pape)

[Seite 536] vom Vater belehrt, Tzetz.

Greek (Liddell-Scott)

πατροδίδακτος: -ον, ὁ ὑπὸ τοῦ πατρὸς διδαχθείς, Ἀνέκδ. Ὀξων. 3. 370.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αυτός που διδάχθηκε από τον πατέρα του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, πατρός + -δίδακτος (< διδάσκω), πρβλ. μητροδίδακτος].