ἠργάζετο τῷ σώματι μισθαρνοῦσα τοῖς βουλομένοις αὐτῇ πλησιάζειν → she lived as a prostitute letting out her person for hire to those who wished to enjoy her, she worked with her body by hiring herself out to anyone who wanted to have sex with her
-ον, Α
(δωρ. τ.) αυτός που διαμένει σε άλλο τόπο από εκείνον από τον οποίο κατάγεται, ο μέτοικος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεδά + οἶκος (< Fοῖκος), πρβλ. επίFοικος].