πεντάκλαδος

From LSJ

ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσσατο κῆρα μέλαιναν → by no augury could he ward off black death

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντάκλᾰδος Medium diacritics: πεντάκλαδος Low diacritics: πεντάκλαδος Capitals: ΠΕΝΤΑΚΛΑΔΟΣ
Transliteration A: pentáklados Transliteration B: pentaklados Transliteration C: pentaklados Beta Code: penta/dlados

English (LSJ)

πεντάκλαδον, five-branched, π. ἡ χείρ EM127.41.

German (Pape)

[Seite 556] fünfzweigig, E. M

Greek (Liddell-Scott)

πεντάκλᾰδος: -ον, ὁ ἔχων πέντε κλάδους, π. ἡ χεὶρ Ε. Μ. 127. 41.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει πέντε κλάδους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + κλάδος (πρβλ. ολιγόκλαδος)].