ὡς οὐ δικαίως θάνατον ἔχθουσιν βροτοί, ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν → since unjustly men hate death, which is the greatest defence against their many ills
part. pf. épq. de πίπτω.
πεπτεώς: μτχ. Επικ. παρακ. του πίπτω.
πεπτεώς ptc. perf. m. van πίπτω.