πλεξάνα

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source

Greek Monolingual

η, Ν
πλεξίδα κρεμμυδιών ή σκόρδων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλέξη κατά τα θηλ. σε -άνα (πρβλ. μπανάνα, φαγάνα, δαγκάνα)].