θνῄσκει δὲ πίστις, βλαστάνει δ' ἀπιστία → loyalty dies and disloyalty is born
-η, -ο, Ν(για τόπο) αυτός που έχει πολλούς λόφους.[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + λόφος (πρβλ. επτάλοφος). Η λ. μαρτυρείται από το 1808 στον Κυριακό Καπετανάκη].