Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god
Full diacritics: ποσφέρω | Medium diacritics: ποσφέρω | Low diacritics: ποσφέρω | Capitals: ΠΟΣΦΕΡΩ |
Transliteration A: posphérō | Transliteration B: pospherō | Transliteration C: posfero | Beta Code: posfe/rw |
fut. 3sg. ποσοίσει, = προσφέρω, JRS15.155 (Cotiaeum).
Α
προσφέρω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πός (II), αρκαδ. και κυπρ. τ. του ποτί + φέρω.