Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ράβδισμα

From LSJ

Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt

Menander, Monostichoi, 74

Greek Monolingual

το / ῥάβδισμα, -ίσματος, ΝΜ ῥαβδίζω
η ενέργεια του ραβδίζω, το χτύπημα με ράβδο, το ξυλοκόπημα
νεοελλ.
(σχετικά με οπωροφόρα δέντρα) το τίναγμα τών καρπών με ραβδί, ραβδισμός.