Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ραντίζω

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22

Greek Monolingual

ραντίζω, ΝΜΑ ῥαντός
βρέχω με ρανίδες, με σταγόνες νερού ή άλλου υγρού, ραίνω, κυρίως για αγιασμό ή καθαρμό (α. «ῥαντιεῖς με ὑσσώπῳ καὶ καθαρισθήσομαι», ΠΔ
β. «τὸ αἷμα ταύρων... ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει...», ΚΔ)
νεοελλ.
ψεκάζω δέντρα ή φυτά με διάλυμα
μσν.-αρχ.
εξαγνίζω, καθαιρώ («ἐρραντισμένοι τὰς καρδίας ἀπὸ συνειδήσεως πονηρᾱς», ΚΔ)
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) «ῥαντίζει
σκώπτει».