ὀδοῦσι καὶ ὄνυξι καὶ πάσῃ μηχανῇ → tooth and nail | tooth, fang, and claw | in every possible way | by hook or by crook
ὁ, Ααυτός που προέρχεται ή παρασκευάζεται από ρίζα φυτού.[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥίζα + επίθημα -ίας (πρβλ. ἀκανθίας)].