ριφή

From LSJ

οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότεafter taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured

Source

Greek Monolingual

ἡ, Α
ρίψη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. του ῥιπή σχηματισμένος από το θ. του παθ. αορ. β' -ρρίφ-ην του ῥίπτω.