ροδάμυλο

From LSJ

Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 449

Greek Monolingual

το, Ν
αμυλοειδής ουσία στα κύτταρα τών φύλλων τών φυτών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ρόδο + άμυλο].