Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σουπιέρα

From LSJ
Menander, fragment 761

Greek Monolingual

η, Ν
βαθύ και ευρύχωρο σκεύος για το σερβίρισμα της σούπας στο τραπέζι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. zuppiera < zuppa «σούπα»].