σταχτοδοχείο

From LSJ

ἐξ ὀνύχων λέοντα τεκμαίρεσθαι → judge by the claws, judge by a slight but characteristic mark, small traits give the clue to the character of a person, deduce something from a small indication, identify a lion from its claws

Source

Greek Monolingual

το, Ν
ρηχό δοχείο από μέταλλο, γυαλί ή άλλο υλικό για να ρίχνουν οι καπνιστές τη στάχτη και να σβήνουν τα αποτσίγαρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στάχτη + δοχείο].