συνάξιμος

From LSJ

Νόμιζ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους → Veros amicos alteros fratres puta → für deinen Bruder halte einen wahren Freund

Menander, Monostichoi, 377
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνάξῐμος Medium diacritics: συνάξιμος Low diacritics: συνάξιμος Capitals: ΣΥΝΑΞΙΜΟΣ
Transliteration A: synáximos Transliteration B: synaximos Transliteration C: synaksimos Beta Code: suna/cimos

English (LSJ)

συνάξιμον, = συνακτός, Eust.929.32.

Greek (Liddell-Scott)

συνάξιμος: -ον, = συνακτός, «συμφερτή..., ὅ ἐστι συμφορητὴ καὶ συνάξιμος ἐκ πολλῶν» Εὐστ. 929. 32.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αυτός που έχει προέλθει από συλλογή, από μάζεμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σύναξις + κατάλ. -ιμος (πρβλ. μίξιμος)].