συνεπιβλέπω

From LSJ

Ὁ γράμματ' εἰδὼς καὶ περισσὸν νοῦν ἔχει → Qui litteras didicere, mentis plus habent → Wer schreiben kann, hat auch bedeutenden Verstand

Menander, Monostichoi, 403
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεπιβλέπω Medium diacritics: συνεπιβλέπω Low diacritics: συνεπιβλέπω Capitals: ΣΥΝΕΠΙΒΛΕΠΩ
Transliteration A: synepiblépō Transliteration B: synepiblepō Transliteration C: synepivlepo Beta Code: sunepible/pw

English (LSJ)

regard at the same time, Antip.Stoic.3.256; consider as well, Gal.9.498.

Greek (Liddell-Scott)

συνεπιβλέπω: ἐπιβλέπω συγχρόνως ἢ ὁμοῦ συμπαρατηρῶ, Ἀντίπατρ. παρὰ Στοβ. 418. 27, Γαλην. τ. 8, σ. 320.

Greek Monolingual

ΝΜA
επιβλέπω κάτι συγχρόνως με άλλον
αρχ.
1. παρατηρώ κάτι συγχρόνως με κάποιον
2. μελετώ, εξετάζω επιπροσθέτως («ἐπιδεικνύντος μου σφαλλομένους τοὺς ἄνευ τοῦ συνεπιβλέπειν τὸ μέγεθος... ἀποφαινομένους τι», Γαλ.).