ταρβάλυξ

From LSJ

ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταρβάλυξ Medium diacritics: ταρβάλυξ Low diacritics: ταρβάλυξ Capitals: ΤΑΡΒΑΛΥΞ
Transliteration A: tarbályx Transliteration B: tarbalyx Transliteration C: tarvalyks Beta Code: tarba/luc

English (LSJ)

υγος, ὁ, = ταρακτικός, Hdn.Gr.2.743.

Greek Monolingual

-υγος, ὁ, Α
ταρακτικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τάρβος «φόβος» + εκφραστικό ένθημα -λ- και ουρανικό επίθημα -υγ-ς (πρβλ. πομφόλυξ, φεψάλυξ)].