ταχυκάρδιος

From LSJ

Μολὼν λαβέCome and take them

Plutarch, Apophthegmata Laconica 225C12
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τᾰχῠκάρδιος Medium diacritics: ταχυκάρδιος Low diacritics: ταχυκάρδιος Capitals: ΤΑΧΥΚΑΡΔΙΟΣ
Transliteration A: tachykárdios Transliteration B: tachykardios Transliteration C: tachykardios Beta Code: taxuka/rdios

English (LSJ)

ταχυκάρδιον, hasty in spirit, Thd.Is. 35.4.

Greek Monolingual

-ον, Μ
ο ταχύς στο πνεύμα, στην ψυχή, δηλαδή ορμητικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταχυ- + -κάρδιος (< καρδία), πρβλ. ὀξυκάρδιος].