Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τεκνοποιώ

From LSJ

Θεὸν σέβου καὶ πάντα πράξεις εὐθέως (ἐνθέως) → Verehre Gott und alles schaffst du auf der Stell (gotterfüllt) → Verehre Gott, sogleich hast du durchweg Erfolg

Menander, Monostichoi, 229

Greek Monolingual

τεκνοποιῶ, -έω, ΝΜΑ τεκνοποιός
γεννώ, αποκτώ παιδιά
μσν.-αρχ.
υιοθετώ
αρχ.
μέσ. τεκνοποιοῦμαι
(για πτηνά) αποκτώ νεοσσούς.