τελεσσίτοκος

From LSJ

Νόσον δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν → Morbum quam tristitatem exantles facilius → Es lässt sich leichter krank sein als betrübt

Menander, Monostichoi, 383
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τελεσσίτοκος Medium diacritics: τελεσσίτοκος Low diacritics: τελεσσίτοκος Capitals: ΤΕΛΕΣΣΙΤΟΚΟΣ
Transliteration A: telessítokos Transliteration B: telessitokos Transliteration C: telessitokos Beta Code: telessi/tokos

English (LSJ)

τελεσσίτοκον, Ep. for Τελεσίτ-, completing the birth, Nonn. D. 48.890.

Greek (Liddell-Scott)

τελεσσίτοκος: -ον, Ἐπικ. ἀντὶ τελεσιτ-, ἡ τελειοποιοῦσα τὸν τοκετόν, Νόνν. Δ. 48. 8. 0.

Greek Monolingual

και τελεσίτοκος, -ον, Α
τελειοτόκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. τελεσ- του τέλος + -τοκος (< τόκος < τίκτω), πρβλ. μνησί-τοκος, με διπλασιασμό του -σ- για διευθέτηση μετρικών αναγκών].