τετράγραμμος

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετράγραμμος Medium diacritics: τετράγραμμος Low diacritics: τετράγραμμος Capitals: ΤΕΤΡΑΓΡΑΜΜΟΣ
Transliteration A: tetrágrammos Transliteration B: tetragrammos Transliteration C: tetragrammos Beta Code: tetra/grammos

English (LSJ)

τετράγραμμον, perhaps = τετράγωνος, ὑποβώμιον Inscr. gr.et lat. de la Syrie i 153 (Cyrrhus).

German (Pape)

[Seite 1097] mit od. von vier Linien, Sp.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
μσν.
το ουδ. ως ουσ. τὸ τετράγραμμον
τα τέσσερα εβραϊκά σύμφωνα (YHWH) που συμβολίζουν το προσωπικό όνομα του θεού τών Ισραηλιτών Γιαχβέ, αλλ. τετραγράμματον
αρχ.
1. αυτός που αποτελείται από τέσσερα γράμματα, τετραγράμματος
2. πιθ. τετράγωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -γραμμος (< γράμμα), πρβλ. ὁμόγραμμος].