τετρακυμία
From LSJ
English (LSJ)
ἡ, quadruple wave, produced by four winds, Eust.1537.33.
Greek Monolingual
ἡ, Α
μεγάλη τρικυμία που οφείλεται σε ανέμους που πνέουν προς τέσσερεις κατευθύνσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + κῦμα + κατάλ. -ία (πρβλ. πεντακυμία)].