τετραφύλακος

From LSJ

Πέτρος Ἰουδαίοις τάδε πρῶτα τεθέσπικε πιστοῖς → Peter has laid down the following first writing for the Jewish faithful

Source

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που αποτελείται από τέσσερεις φυλακές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -φύλακος (< φυλακή), πρβλ. πενταφύλακος.