τηγανίτα

From LSJ

πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλειmany things are formidable, and none more formidable than man | wonders are many, and none is more wonderful than man | many things are bad, but nothing is more atrocious than man

Source

Greek Monolingual

η, Ν
γλύκισμα από χυλό αλευριού, τηγανισμένο σε καφτό λάδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τηγανίτης, με αλλαγή γένους κατά το πίτα].