Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τοξίτις

From LSJ

Τερπνὸν κακὸν πέφυκεν ἀνθρώποις γυνή → Malum viris est mulier, at dulce est malum → Ein angenehmes Übel ist dem Mann die Frau

Menander, Monostichoi, 493

Greek Monolingual

-ίτιδος, ἡ, Α
1. (συν. σε συνεκφορά με το νευρά) η χορδή του τόξου
2. προσωνυμία της Αρτέμιδος στην Κω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τόξον + κατάλ. -ῖτις, -ίτιδος (πρβλ. στεφανῖτις].