Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

υμείς

From LSJ

Μολὼν λαβέCome and take them

Plutarch, Apophthegmata Laconica 225C12

Greek Monolingual

ὑμεῖς ΝΜΑ, και δωρ. τ. υμές, και αιολ. τ. ὔμμες Α
(ονομ. πληθ. της προσ. αντων. β' πρόσ. συ) εσείς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. του πληθυντικού του β' προσώπου της προσωπικής αντωνυμίας ανάγονται σε ΙΕ τ. (y)us-(s)me (πρβλ. λατ. vōs, αρχ. ινδ. yusmān) και είναι ανάλογοι στον σχηματισμό και την κλίση τους με τους τ. του α' προσώπου (βλ. λ. ἡμεῖς). Στην ονομαστική μαρτυρούνται οι τ. αιολ. ὔμμες, δωρ. ὑμές, στη γενική ο αιολ. τ. ὐμμέων, ο δωρ. ὑμέων, ο ομηρ. ὑμείων, στη δοτική οι τ. ὔμμι και ὔμμιν στον Όμηρο, και ὑμίν στη δωρική και, τέλος, στην αιτιατική ο αιολ. τ. ὔμμε και δωρ. ὑμέ. Στην ιωνική και αττική διάλεκτο η κλίση ακολουθεί το πρότυπο του α' προσώπου: ὑμεῖς, ὑμῶν, ὑμῖν, ὑμέας / ὑμᾶς. Στη Νέα Ελληνική χρησιμοποιείται ο τ. εσείς / σεις, από το θ. του εν. σύ και κατά το πρότυπο του εμείς].