υπερψήφιση
From LSJ
ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος → for illustrious men have the whole earth for their tomb, for heroes have the whole earth for their tomb, the whole earth is the tomb of famous men
Greek Monolingual
η, Ν
έγκριση με ψηφοφορία και μάλιστα μεγάλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υπερψηφίζω. Η λ., στον λόγιο τ. ὑπερψήφισις, μαρτυρείται από το 1889 στον Εμ. Σ. Λυκούδη].