υἱάφιον

From LSJ

Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: υἱάφιον Medium diacritics: υἱάφιον Low diacritics: υιάφιον Capitals: ΥΙΑΦΙΟΝ
Transliteration A: hyiáphion Transliteration B: huiaphion Transliteration C: yiafion Beta Code: ui(a/fion

English (LSJ)

[ᾱ], τό, Dim. of υἱός, Glossaria.

German (Pape)

[Seite 1175] τό, dim. von υἱός, Söhnlein, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

υἱάφιον: [ᾱ], τό, ὑποκορ. τοῦ υἱός, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Ἱππ.

Greek Monolingual

τὸ, Α
(με θωπευτική σημ.) υποκορ. του υἱός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υἱός + υποκορ. κατάλ. -άφιον (πρβλ. ξυράφιον)].