φαγάνθρωπος

From LSJ

Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst

Menander, Monostichoi, 348
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φᾰγάνθρωπος Medium diacritics: φαγάνθρωπος Low diacritics: φαγάνθρωπος Capitals: ΦΑΓΑΝΘΡΩΠΟΣ
Transliteration A: phagánthrōpos Transliteration B: phaganthrōpos Transliteration C: faganthropos Beta Code: faga/nqrwpos

English (LSJ)

φαγάνθρωπον, = ἀνθρωποφάγος, Hsch., Phot.

German (Pape)

[Seite 1249] = ἀνθρωποφάγος, Menschen fressend, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

φᾰγάνθρωπος: -ον, = ἀνθρωποφάγος, «φαγανθρώπων· ἀκαθάρτων» Ἡσύχ., Φώτ., Σουΐδ.

Greek Monolingual

-ον, Α
1. ανθρωποφάγος
2. (κατά τον Ησύχ.) «ἀκάθαρτος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φαγ- του αορ. β' του ἐσθίω «τρώγω» (βλ. λ. φαγεῖν) + ἄνθρωπος. Ο τ. έχει σχηματιστεί κατ' αντιστροφή του ἀνθρωποφάγος.