φανότης

From LSJ

Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt

Menander, Monostichoi, 329
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φᾱνότης Medium diacritics: φανότης Low diacritics: φανότης Capitals: ΦΑΝΟΤΗΣ
Transliteration A: phanótēs Transliteration B: phanotēs Transliteration C: fanotis Beta Code: fano/ths

English (LSJ)

-ητος, ἡ,
A brightness, clearness, Aristid.Or.43(1).24, Gal. UP10.1, Iamb.Comm.Math.34: metaph. in plural of words, αἱ φ. τῶν ὀνομάτων Phld.Po.2.45.
2 visible appearance, ἡ γνῶσις φ. [τοῦ γιγνωσκομένου] Dam.Pr.6.

German (Pape)

[Seite 1254] ητος, ἡ, Helle, Helligkeit, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

φᾱνότης: -ητος, ἡ λαμπρότης, φωτεινότης, διαύγεια, Ἀριστείδ. 1. 7· «ἄνθη... οἷς ἐλλάμπει φανότης λευκότητος» Εὐστ. Πονημ. 238, 20.

Greek Monolingual

-ότητος, ἡ, ΜΑ φανός (II)]
1. η ιδιότητα του φανού (II), λαμπρότητα, φωτεινότητα
2. (κατά το Μέγα Ετυμολογικόν) «ἐνάργεια ἡ τῶν λόγων λευκότης καὶ φανότης».