φιλοκηδής

From LSJ

τὴν πρὶν ἐνεσφρήγισσεν Ἔρως θρασὺς εἰκόνα μορφῆς ἡμετέρης θερμῷ βένθεϊ σῆς κραδίης → the image of my beauty that bold Love earlier stamped in the hot depths of your heart

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῐλοκηδής Medium diacritics: φιλοκηδής Low diacritics: φιλοκηδής Capitals: ΦΙΛΟΚΗΔΗΣ
Transliteration A: philokēdḗs Transliteration B: philokēdēs Transliteration C: filokidis Beta Code: filokhdh/s

English (LSJ)

φιλοκηδές, = κηδεμονικός, Ar.Fr.732.

German (Pape)

[Seite 1281] ές, 1) Sorgen liebend, Ar. fr. 700 bei Poll. 6, 167. – 2) = φιλοκηδεμών.

Greek Monolingual

-ές, Α
αυτός που του αρέσουν οι μέριμνες, οι φροντίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + -κηδής (< κῆδος, τὸ «φροντίδα»), πρβλ. δημο-κηδής].

Russian (Dvoretsky)

φιλοκηδής: предусмотрительный (λόγος Arph.).