φρυγανίζω

From LSJ

εἶτα ὁ γνώμων μοί πως ἀνίσταται → then my tool suddenly stood up

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρῡγᾰνίζω Medium diacritics: φρυγανίζω Low diacritics: φρυγανίζω Capitals: ΦΡΥΓΑΝΙΖΩ
Transliteration A: phryganízō Transliteration B: phryganizō Transliteration C: fryganizo Beta Code: frugani/zw

English (LSJ)

gather firewood, Poll.7.142.

Greek Monolingual

ΝΜΑ, και φρυγανιάζω Ν φρύγανον
νεοελλ.
1. ψήνω φέτες ψωμί, κάνω φρυγανιές
2. (ως αμτβ. στον τ. φρυγανιάζω) ξηραίνομαι
μσν.-αρχ.
μαζεύω φρύγανα για καύση.