Full diacritics: φωτουργός | Medium diacritics: φωτουργός | Low diacritics: φωτουργός | Capitals: ΦΩΤΟΥΡΓΟΣ |
Transliteration A: phōtourgós | Transliteration B: phōtourgos | Transliteration C: fotourgos | Beta Code: fwtourgo/s |
φωτουργόν, light-giving, Prisc.Lyd. 8.15.
-όν, Α
αυτός που παρέχει φως, που φωτίζει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωτ(ο)- + -ουργός (< ἔργον), πρβλ. ξυλουργός].