ψυχῆς ἀγῶνα τὸν προκείμενον πέρι δώσων → to stand the appointed trial for his life, to stand the appointed struggle for life and death
το / φύλακτρον, ΝΑ
νεοελλ.
συν. στον πληθ. τα φύλακτρα
το ποσό που καταβάλλεται για τη φύλαξη εμπορευμάτων σε αποθήκη ή σε προκυμαία
αρχ.
(στην Αίγυπτο) το φυλακιτικόν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φύλαξ, -ακος + επίθημα -τρον].