κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it
φύρτης: ὁ, (φύρω), ὁ φύρων, Εὐσταθ. Μοναχ. ἐν Mi. Pa. gr. τ. 86, 1, σ. 932.
ὁ, Μ φύρωαυτός που ανακατεύει.