χορογράφος
German (Pape)
[Seite 1366] I. d. bei Luc. Alex. 6.
Greek Monolingual
ο, η, Ν
1. δημιουργός χορού ή χοροδράματος
2. μελετητής της τεχνικής χορών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χορός + -γράφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
[Seite 1366] I. d. bei Luc. Alex. 6.
ο, η, Ν
1. δημιουργός χορού ή χοροδράματος
2. μελετητής της τεχνικής χορών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χορός + -γράφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Ακρόπολις].