χριστόψαρο

From LSJ

κρεῖττον εἶναι φιλοσόφως ἀποθανεῖν ἢ ἀφιλοσόφως ζῆν → that it is better to die in manner befitting a philosopher than to live unphilosophically

Source

Greek Monolingual

το, Ν
ζωολ. κοινή ονομασία του θαλάσσιου περκόμορφου ψαριού Zeus faber, αλλ. αγιόψαρο και σανπιέρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τ. διαλ. προέλευσης].