ψᾶφιγξ

From LSJ

Μένει δ' ἑκάστῳ τοῦθ', ὅπερ μέλλει, παθεῖν → Quod destinatum sorte, non fugies pati → Ein jeder muss das leiden, was er leiden soll

Menander, Monostichoi, 349
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψᾶφιγξ Medium diacritics: ψᾶφιγξ Low diacritics: ψάφιγξ Capitals: ΨΑΦΙΓΞ
Transliteration A: psâphinx Transliteration B: psaphinx Transliteration C: psafigks Beta Code: ya=figc

English (LSJ)

ιγγος, ἡ, Aeol. for ψῆφος, κρύπτᾳ ψάφιγγι IG12(2).526a. 16 (Eresus, iv B. C.), cf. EM554.52.

German (Pape)

[Seite 1392] ιγγος, ἡ, dor. = ψῆφος, E. M.

Greek Monolingual

-άφιγγος, ἡ, Α
(αιολ. τ.) ψήφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψᾶφος, δωρ. τ. του ψῆφος + εκφραστικό επίθημα -ιγξ (πρβλ. σάλπ-ιγξ, λάϊγγες)].