подделывать
From LSJ
δύο ἀρνήσεις μίαν συγκατάθεσιν ποιοῦσι → two negatives make an affirmative
Russian > Greek
μεταγράφω, δολόω, παραποιέω, παρακόπτω, ὑποποιέω, κιβδηλεύω, παραγλύφω, ἀνακογχυλιάζω, παραχαράσσω, παραχαράττω
δύο ἀρνήσεις μίαν συγκατάθεσιν ποιοῦσι → two negatives make an affirmative
μεταγράφω, δολόω, παραποιέω, παρακόπτω, ὑποποιέω, κιβδηλεύω, παραγλύφω, ἀνακογχυλιάζω, παραχαράσσω, παραχαράττω